Καρχηδονιακή

Καρχηδονιακή
Καρχηδονιακός
fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Καρχηδονιακῇ — Καρχηδονιακός fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Μαρόκο — Κράτος της βορείου Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με την Αλγερία και στα Ν με τη Δυτική Σαχάρα. Βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.Το Μ. έχει χερσαία σύνορα μήκους 2.017 χλμ. που τη χωρίζουν από την Αλγερία (1.559 …   Dictionary of Greek

  • Τυνησία — I Τυνησία Κράτος της βόρειας Αφρικής. Βρέχεται στα βόρεια και στα ανατολικά από τη Mεσόγειο, και συνορεύει στα δυτικά με την Aλγερία και στα νότια με τη Λιβύη.Tο έδαφος της Tυνησίας περιλαμβάνει το τμήμα εκείνο της Σαχάρας που εκτείνεται στα… …   Dictionary of Greek

  • Аппиан — (Александрийский) Ἀππιανός (Ἀλεξανδρεύς) Дата рождения: ок. 95 Место рождения: Александрия Дата смерти: после 170 Страна …   Википедия

  • ιμέρα — Αρχαία πόλη της Σικελίας. Ήταν χτισμένη στη βόρεια παραλία του νησιού, δυτικά των εκβολών του ομώνυμου ποταμού. Η Ι. ιδρύθηκε στα μέσα του 7ου αι. π.Χ. από αποίκους της Ζάγκλης και από Συρακούσιους εξόριστους. Τα νομίσματά της του 6ου και 5ου αι …   Dictionary of Greek

  • κάδος — (I) ο (AM κάδος) κουβάς, ξύλινο ή μετάλλινο δοχείο για εναπόθεση, άντληση ή μεταφορά νερού ή άλλου υγρού («φοινικηΐου φ68οίνου κάδον», Ηρόδ.) νεοελλ. 1. ξύλινο δοχείο για πήξιμο τυριού 2. ξύλινο βυτίο για ζύμωση γλεύκους 3. φρ. (μεταλργ.) «κάδος… …   Dictionary of Greek

  • λεπτίς — Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων στη βόρεια Αφρική. 1. Λ. Μάγκνα (Leptis Magna). Αρχαία πόλη στην Τριπολίτιδα. Ήταν χτισμένη κοντά στη θέση της σημερινής λιβυκής Λάμπντα αλ Κουμς. Ιδρύθηκε πιθανότατα από τους Φοίνικες, περίπου το 1000 π.Χ., ως… …   Dictionary of Greek

  • Αμίλκας — Όνομα φοινικικής προέλευσης (Αμπντ Μελκράτ), κοινό στην αρχαία Καρχηδόνα, που σήμαινε βασιλιάς της πόλης. Οι σημαντικότερες ιστορικές προσωπικότητες με αυτό το όνομα ήταν: 1. Ο αρχηγός της εκστρατείας εναντίον της Σικελίας, το 480 π.Χ., τον οποίο …   Dictionary of Greek

  • Βαλεαρίδες νήσοι — (illes Baleares). Νησιά της δυτικής Μεσογείου, στα ανοιχτά των ανατολικών ακτών της Ισπανίας, στην οποία υπάγεται διοικητικά το νησιωτικό σύμπλεγμα ως αυτόνομη περιοχή (4.992 τ. χλμ., 878.627 κάτ. το 2001). Το σύμπλεγμα αριθμεί τέσσερα κύρια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”